Προμηθείας

Προμηθείας
Προμηθείᾱς , Προμήθειος
Promethean
fem acc pl
Προμηθείᾱς , Προμήθειος
Promethean
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • προμηθείας — προμηθείᾱς , προμήθεια foresight fem acc pl προμηθείᾱς , προμήθεια foresight fem gen sg (attic doric aeolic) προμηθείᾱς , προμήθειος Promethean fem acc pl προμηθείᾱς , προμήθειος Promethean fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Prometheus — This article is about the Greek Titan. For other uses, see Prometheus (disambiguation). Prometheus having his liver eaten by an eagle. Painting by …   Wikipedia

  • PROMETHEUS — Iapeti et Clymenes fil. teste Poeta. Κούρην δ᾿ Ι᾿άπετος καλλίσφυρον Ω᾿κεανίνην Η᾿γάγετο Κλυμένην, καὶ ὁμὸν λέχος εἰσανέβαινεν, Η῾δὲ οἰ Α῎τλαντα κρατερόφρονα γείνατο παῖδα. Τίκτε δ᾿ ὑπερκύδαντα Μενοὶτιον, ἠδὲ Προμηθέα Ποικίλον, αἰολομῆτιν. Filium… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • δενδρίτης — I (Ανατ.). Ονομασία των βραχέων απολήξεων των νευρώνων (νευρικών κυττάρων). Οι δ. μεταδίδουν μόνο τα ερεθίσματα που εκπέμπονται από άλλα νευρικά κύτταρα και κατευθύνονται προς το νευρικό κέντρο. II (Ορυκτ.). Κρυσταλλική μορφή ορυκτού, με μείγμα… …   Dictionary of Greek

  • διαχειριστικόν — διαχειριστικόν, το (Α) πληρωμή προμήθειας για τη διαχείριση σιταριού …   Dictionary of Greek

  • λοβιτούρα — η 1. απάτη ή παρασκηνιακή ενέργεια που αποβλέπει στην ανάληψη κρατικής ή άλλης προμήθειας ή σε επικερδή επίλυση προσωπικής υπόθεσης ή σε παράνομο κέρδος 2. το κέρδος που πετυχαίνεται με τέτοιο τρόπο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ρουμ. lovitură «χτύπημα»] …   Dictionary of Greek

  • παρασκευή — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Αδελφή της Σαμαρείτιδας Φωτεινής. Μαρτύρησε με σπαθί. Η μνήμη της τιμάται στις 26 Φεβρουαρίου. 2. Καταγόταν από τους Επιβάτες της Θράκης. Η μνήμη της τιμάται στις 14 Οκτωβρίου. 3. Ρωμαία οσία.… …   Dictionary of Greek

  • πουντ — Αρχαία ονομασία χώρας της ανατολικής Αφρικής, που πιθανότατα βρισκόταν στη Σομαλική χερσόνησο, στις ακτές του κόλπου του Άντεν. Από την εποχή του Παλαιού Βασιλείου (3η χιλιετία π.Χ.), οι φαραώ της Αιγύπτου έστελναν συχνά εμπορικές αποστολές στο Π …   Dictionary of Greek

  • τσέτουλα — η, Ν 1. μικρό ξύλο στο οποίο σημειώνονταν άλλοτε με εγκοπές οι επί πιστώσει αγορές τροφίμων 2. (χωρίς άρθρ. ως επίρρ.) τσέτουλα χωρίς πληρωμή 3. φρ. α) «έκοψα τσέτουλα» δεν πλήρωσα αντίτιμο προμήθειας ή αμοιβή εργασίας β) «με την τσέτουλα τά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”